Τετάρτη 23 Ιουλίου 2014

Οι μπελάδες του Μπελαντή με τη «φιλοσταλινική αρθρογραφία» ( ή όταν οι σοσιαλδημοκράτες ρουφάνε τις μύξες τους…)



Σ’ ένα πρόσφατο άρθρο του στον ιστότοπο 902.gr ο γνωστός ιστορικός Γιώργος Μαργαρίτης ασχολήθηκε ακροθιγώς (όχι όμως χωρίς έρεισμα στην καταγραμμένη ιστορία) με την μεταστροφή «θέσεων και έργων» των σοσιαλδημοκρατών , «του πολιτικού αυτού κινήματος που επικάθησε ρεφορμιστικά πάνω στο δυναμικό εργατικό κίνημα» όπως τη χαρακτηρίζει , υπέρ της αστικής τάξης και του κράτους της. Στάθηκε συγκεκριμένα σε δύο τέτοια  - μεγάλης σημασίας  - επεισόδια: το μεν πρώτο , η γνωστή – και μέχρις ώρας σχεδόν* αδιαμφισβήτητη -  στήριξη της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας στον ιμπεριαλιστικό πρώτο παγκόσμιο. Το δεύτερο , είχε να κάνει με τον επόμενο ιμπεριαλιστικό παγκόσμιο πόλεμο, και, όπως πάλι σωστά επισημαίνει ο ΓΜ είναι σήμερα σχεδόν ξεχασμένο. Ειδικότερα ο ΓΜ αναφέρεται στη στάση της γαλλικής σοσιαλδημοκρατίας την περίοδο 1936 – ’39 , η οποία ενώ κυβερνούσε κατόπιν των εκλογών του ’36 με την ψήφο ανοχής των κομμουνιστών, κατόπιν της προσχώρησης της γαλλικής μπουρζουαζίας στο φασισμό , ευθυγράμμισε με την τελευταία τη στάση της και υλοποίησε πολιτικά  τη φιλοφασιστική γραμμή ,στρεφόμενη ενάντια στους κομμουνιστές κατ’ αρχήν και στη συνέχεια νομιμοποιώντας το καθεστώς μαριονέτα του Βισύ .
αγαθές οι προθέσεις των σοσιαλδημοκρατών
Σημειώνουμε ήδη πως είναι πάντα κρίσιμο να βγαίνουν τα σωστά – από τη σκοπιά της επαναστατικής θεωρίας  -  συμπεράσματα για το πώς και κυρίως γιατί έγινε δυνατό αυτό. Ώστε,  απλά,  να πάψει να γίνεται. Η θεμελιακή θέση ότι η σοσιαλδημοκρατία είναι πολιτικό ρεύμα υποταγμένο στην αστική τάξη πρέπει να τονίζεται και μια και δυο φορές, και πρέπει να ξεμασκαρεύεται μπροστά στους προλετάριους , ό,τι σύνθημα και να λανσάρει, σε κάθε τόπο και κάθε εποχή. Σαφώς λοιπόν βοηθά σ’ αυτό τόσο η μελέτη και η ανάδειξη των πεπραγμένων της σοσιαλδημοκρατίας όσο αντίστοιχα και των σφαλμάτων που έκαναν κατά καιρούς οι κομμουνιστές , όταν «ξεχνάν» (ή ξεχνάν) αυτά τα βασικά. Σφάλματα που τα πλήρωσαν και τα πληρώνουν οι προλετάριοι. Στο παράδειγμα που αναπτύσσει ο ΓΜ δεν μπορεί να αγνοηθεί π.χ. το ότι η απαρχή αυτής της πορείας βρήκε τους σοσιαλδημοκράτες να κυβερνούν τη Γαλλία με την ψήφο ανοχής των Κομμουνιστών, ούτε ότι η επιδίωξη στήριξης κυβερνήσεων συνεργασίας με τους σοσιαλδημοκράτες, αστικών κυβερνήσεων,  ήταν  θεωρητικοποιημένη στη γραμμή των «Λαϊκών Μετώπων» από την  Κομιντέρν. Η κατάληξη αυτής της γραμμής είναι αποκλειστικά ευθύνη των κομμουνιστών, μόνο όμως από τη σκοπιά της κοινωνικής επανάστασης :  από το κατά πόσο αυτή η γραμμή μ’ επιτυχία η όχι  προετοίμασε για την κοινωνική επανάσταση τις μάζες κατ’ αρχήν και βέβαια τα ίδια τα  ΚΚ, και τελικά κατά πόσο μπορούσε να υλοποιήσει μια τέτοια στρατηγική.  Γιατί από τη σκοπιά του κατά πόσο έλυσε το άμεσο πρόβλημα της ανάσχεσης του φασισμού  - που ήταν η raison detre της -  η ευθύνη δεν βρίσκεται στους κομμουνιστές. Εδώ τα γεγονότα είναι αμείλικτα και η ευθύνη της σοσιαλδημοκρατίας είναι βαριά.   
Υπάρχει δηλαδή διαχωριστική γραμμή στην κριτική των Λαϊκών Μετώπων: η επιφυλακτική, αλλά σαφής, αποδοχή αστικών κυβερνήσεων συνιστούσε μια επικίνδυνη ταχτική στην οποία κρυβόταν ο κίνδυνος να απομακρύνει τα ΚΚ από το στόχο της επαναστατικής κατάληψης της εξουσίας. Από την πλευρά των σοσιαλδημοκρατών μια τέτοια κυβέρνηση παρουσίαζε ένα επίσης θανάσιμο κίνδυνο: της απώλειας επιρροής τους στις μάζες, και τελικά της δικής τους πολιτικής μετατόπισης είτε προς τον κομμουνισμό είτε προς το φασισμό. Παρουσίαζε όμως και μια μεγάλη ευκαιρία: την ενσωμάτωση των κομμουνιστών στο αστικό πολιτικό παιχνίδι , την πολιτική τους εξουδετέρωση και τη μετατροπή τους σ’ ένα ακόμα εξάρτημα του καπιταλισμού. Αυτό το τελευταίο ενδεχόμενο αποτέλεσε τη «λυδία λίθο» για όσους σοσιαλδημοκράτες καταγράφηκαν ως «αριστεροί» ( αν και πρέπει να τονίσουμε το αυτονόητο, πως εδώ μιλάμε για ηγεσίες κομμάτων και όχι για περιπτώσεις «στη βάση»), οι οποίοι και με ενθουσιασμό δέχτηκαν αυτή τη στορφή των κομμουνιστών. Μόλις που χρειάζεται εδώ να πούμε ότι τόσο οι «αριστεροί» όσο και οι δεξιοί σοσιαλδημοκράτες δεν παραιτούνται  - ούτε παραιτήθηκαν – από το ρόλο τους σαν διαμεσολαβητές των συμφερόντων της πλουτοκρατίας μέσα στην εργατική τάξη και σαν φορείς του αντικομμουνισμού. 

 Case in point: Μπελαντής